30 July 2014

[Αιγεύς]

Δεν είναι που περιμένει να δει πανιά
αδιαφορεί ολωσδιόλου για το καράβι
ας είν τα μαύρα
ας είναι πορφυρά
ας είναι ολόχρυσα 
Δεν ξεχωρίζει πια τα χρώματα καθόλου
μα πάντα, πάντα, ήξερε το πώς θα γίνουν όλα
από πριν ο γιος του κόψει στα δυο τους ληστές
πριν να πετάξει τα κομμάτια τους στη θάλασσα

Ο Μινώταυρος ήταν ξεγραμμένος, σκιάχτρο
με λιμαρισμένα κέρατα κι ασήκωτα βάρη στους ώμους
Έτσι γράφτηκε, εξ αρχής, η ιστορία
με τον μίτο
με τον έρωτα
με την προδοσία

Όταν οι θεοί γίνανε χούφταλα και σάστισαν με τους ανθρώπους έφυγαν
μόνο εκείνος ξέμεινε πεισμωμένος σε μια άκρη του κόσμου
κι από εκεί, κάθε μέρα, τραβώντας γραμμές φτιάχνει  φρέσκο τον ορίζοντα
Έμαθε την προσμονή, να αφουγκράζεται την έκσταση, πως του άρεζε!
ακόμα και με θολωμένο μάτι, αφού καλύτερο ο ήχος το έκανε
Όχι δεν περιμένει το καράβι, όχι, το ξέρετε αυτό άλλωστε

Φοράει το καλό κοστούμι του ξυρισμένος κόντρα, και στέκει εκεί τρέμοντας στην ιδέα
Τα κύματα, κύματα ορμητικά αλλεπάλληλα να ακούσει έστω μια φορά ακόμα 
να έρχονται από βαθιά και να απειλούν να γκρεμίσουν την πόλη
πως κάνουν τέτοιο βουητό;
χάνεται η βαρύτητα
κατακλυσμός
έρωτας

Κι έξαφνα, κοίτα τα, σκάνε αφρίζοντας
στα ρηχά, κυλώντας μερικά βότσαλα παραπέρα.

(Σώτος Δασκαλόπουλος) 





No comments: